首页 >  Term: δεσμευτική
δεσμευτική

(1) Attaching φύλλα, σε μία ενιαία μονάδα με κόλλες, ράψιμο, ραφή, μεταλλικό prongs, προσκόλληση κ.λπ. τις λειτουργίες που περιλαμβάνουν ταξινόμησης, perforating και πτυσσόμενα τα στοιχεία μιας φόρμας στο τελικό προϊόν. (2) Το τμήμα ή την άκρη του ένα εγχειρίδιο εντύπων που είναι δεσμευμένο.

0 0

创建者

  • Khrysaor
  •  (V.I.P) 30644 分数
  • 100% positive feedback
© 2025 CSOFT International, Ltd.