首页 > Term: Άργιλος
Άργιλος
(i) ένα ξεχωριστό αποτελείται από σωματίδια εδάφους < 0. 002 mm σε ισοδύναμο διαμέτρου. Δείτε επίσης χώμα που χωρίζει. (ΙΙ) Α κατηγορίας υφής. Δείτε επίσης της υφής του εδάφους. (ΙΙΙ) (σε σχέση με την άργιλο ορυκτολογία) ένα φυσικό υλικό που αποτελείται κυρίως από λεπτόκοκκο ορυκτά, τα οποία είναι γενικά πλαστικό στο νερό κατάλληλο περιεχόμενο και θα σκληρύνει όταν αποξηραμένα ή ψημένα. Αν και πηλό περιέχει συνήθως phyllosilicates, μπορεί να περιέχει άλλα υλικά που προσδίδουν πλαστικότητα και σκληραίνουν όταν αποξηραμένα ή ψημένα. Φάσεις συνδεδεμένες με πλαστελίνη μπορεί να περιλαμβάνουν υλικά που δεν κάνουμε τους προσδίδουν πλαστικότητα και οργανική ύλη.
- 词性: noun
- 行业/领域: 地球科学
- 类别 土壤学
- Company: Soil Science Society of America
0
创建者
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)