首页 > Term: μόνοικα
μόνοικα
Έχοντας αρσενικά και θηλυκά αναπαραγωγικά όργανα σχετικά με ένα μεμονωμένο άτομο (βλέπε δίοικο. )
- 词性: adjective
- 行业/领域: 植物
- 类别 植物病理学
- Company: American Phytopathological Society
0
创建者
- Khrysaor
- 100% positive feedback